Ὡς προκύπτει ἀπὸ ὁμιλίαν τοῦ Μ. Ἀρχιδιακόνου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
παρουσίᾳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. «Καθυστερημένοι» καὶ
προσκεκολλημένοι εἰς τὸ παρελθὸν ὅσοι ἀντιστεκόμεθα εἰς τοὺς διαλόγους μετὰ τῶν
Παπικῶν.Ἡ προσκόλλησις εἰς τὸ γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς ἐκκλησιαστικῆς πα-
ραδόσεως καὶ τῆς διδασκαλίας «ἀποκλίνει» ἀπὸ τὴν οὐσίαν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
ΠΑΡΑΜΟΝΑΣ Χριστουγέννων ἀπεκαλύφθη ὅτι ὄπισθεν τῆς διαβοήτου Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δημητριάδος, ἡ ὁποία διεκήρυξεν ὅτι ὅλαι αἱ «Ἐκκλησίαι» σώζουν, ἀφοῦ προηγουμένως ἀνεκάλυψε τὴν Προτεσταντικὴν «θεολογικὴν συνάφειαν», τὴν χρεωκοπίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἀνάγκην τῆς νεοπατερικῆς καὶ μεταπατερικῆς θεολογίας, εὑρίσκεται ἡ «κιβωτός» τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ΟἰκουμενικὸνΠατριαρχεῖον.Ἡ ἀποκάλυψις ἔγινε, κατὰ τὴν διάρκειαν ὁμιλίας τοῦΜεγάλου Ἀρχιδιακόνου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κ.Μαξίμου, τὴν ὁποίαν ἐξεφώνησεν, ἐνώπιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου τὴν Κυριακὴν πρὸ τῶν Χριστουγέννων.ὉἈρχιδιάκονος κατηγορεῖ, ἐμμέσως πλὴν σαφῶς, ὅσους ἀντιδροῦν εἰς τὴν μεταπατερικὴν θεολογίαν ὡς ὀπισθοδρομικούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι προσκολλημένοι τυφλῶς καὶ ἄνευ ὅρων καὶ προϋποθέσεων εἰς τὸ παρελθόν. Ἔφθασε δὲ ἕως τοῦ σημείου νὰ λέγη ὅτι ἡ κατὰ γράμμα προσκόλλησις εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν, τὴν Ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν καὶ τὴν διδασκαλίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας «ἀποκτείνει» τὸ πνεῦμα καὶ τὴν οὐσίαν τῆς ὈρθοδόξουΠίστεως.Μᾶς ζητεῖ, δηλαδή, νὰ κάμνωμεν ἐκπτώσεις εἰς τὸ γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν ἹερῶνΚανόνων καὶ τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας δι᾽ ἕνα
καὶ μοναδικὸν λόγον, τὸν ὁποῖον ἀποκαλύπτει εἰς ἄλλον σημεῖον τῆς ὁμιλίας του. Αὐτὸς ἔχει σχέσιν μὲ τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μετὰ
τῶν Παπικῶν, τῶν Προτεσταντῶν, τῶν Ἀγγλικανῶν κ.λπ.. Τὸ Βατερλώ, προφανῶς, τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου ἐστοίχησεν εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν, ἀπὸ τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Πάπα εἰς τὸ Φανάρι, καταφρονεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ κατὰ συνέπειαν τὴν ὈρθόδοξονΠίστιν μας.Ἀπὸ τὴν ὁμιλίαν τοῦ Ἀρχιδιακόνου γίνεται φανερὸν ὅτι καταβάλλεται προσπάθεια ὑπὸ τοῦ Φαναρίου, διὰ νὰ ἀνατρέψη τὸ δυσμενὲς κλῖμα εἰς βάρος του καὶ νὰ συνεχίση τὸ καταστροφικόν του ἔργον εἰς βάρος τῆς Ἀληθείας τῆς Πίστεώς μας, προβάλλον τὴν ἐνέργειαν τοῦ Θεανθρώπου νὰ συνομιλήση μετὰ τῆς Σαμαρείτιδος.Λησμονεῖ, ὅμως, τὸΦανάρι ὅτι ἡ Σαμαρεῖτις ἐπίστευσεν εἰς τὸν Κύριόν μας, Τὸν ἠκολούθησε καὶ ἡγίασεν,ἐνῶ ὁ Παπισμὸς καὶ αἱ αἱρέσεις, αἱ προερχόμεναι ἀπὸ αὐτόν, ἀπεσπάσθησαν ἀπὸ τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως καὶ εὑρίσκονται εἰς διαρκῆ καὶ ἀμετανόητον πλάνην. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουν καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ τῶν ὀρθοδόξων χριστιανικῶν οἰκογενειῶν. Φαίνεται ὅμως πὼς ἀγνοεῖ τὸ Φανάρι, τὸ ὁποῖον ἄλλοτε καταφρονεῖ τοὺς ἱεροὺς κανόνας, ἄλλοτε ἀποκαλεῖ ἀδελφὰς Ἐκκλησίας τὰς «Ἐκκλησίας» ὅλων τῶν πλανεμένων χριστιανῶν, ἄλλοτε συμπεριφέρεται εἰς τὸν Πάπαν ὡσὰν νὰ εἶναι κανο-
νικὸς Πατριάρχης τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅταν αὐτὸς συμπεριφέρεται ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς
γῆς, δὲν παραιτεῖται ἀπὸ τὸ Πρωτεῖον καὶ τὸ ἀλάθητον, τὸ ὁποῖον τὸν καθιστᾶ ἐπίγειον «Θεόν», ἀφοῦ μόνον ὁ Θεὸς εἶναι ἀλάθητος:
Ὁ Ἀρχιδιάκονος μᾶς λέγει εἰς τὴν ὁμιλίαν του ὅτι ὅλοι ἐμεῖς οἱ «καθυστερημένοι», οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦ μεν εἰς τοὺς
θεολογικοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν ἀγωνιζόμεθα διὰ νὰ καταστήσωμεν τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν «μουσειακὸν ἀπολίθωμα καὶ
γκέττο». Ὁ μιλῶν δὲ ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὑπεστήριξεν ὅτι οὗτος θὰ συνεχίση τὸν διάλογον.
Τίθενται ὅμως ὡρισμένα ἐρωτήματα: 1ον) Διατὶ αὐτὴ ἡ «ἀπολογία» περὶ τῶν διαλόγων, ὅταν αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν εἶναι μία μειοψηφία «ἀκραίων», «φονταμενταλιστῶν» ὡς τὴν ἀπεκάλεσε πρὸ τριῶν ἑβδομάδων ὁ Οἰκ. Πατριάρχης καὶ «καθυστερημένων», οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται προσ κολ λημένοι εἰς τὸ παρελθὸν καὶ εὑρίσκονται ἐκτὸς τό που καὶ χρόνου;
2ον) Μήπως ἡ «ἀπολογία» καὶ οἱ ἀπαράδεκτοι χαρακτηρισμοὶ ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι προδίδουν τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως, (ἐνῶ ἔπρεπε νὰ τὴν διαφυλάσσουν καὶ νὰ τὴν ὑπερασπίζωνται) γίνονται διὰ νὰ δώσουν «ἐξετάσεις» εἰς τὰ «ὑπόγεια ρεύματα» τῆς Ἀμερικῆς καὶ εἰς κέντρα ἀποφάσεων, τὰ ὁποῖα ἐπιζητοῦν τὴν ἐξασθένησιν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Παραδόσεώς της; Ἔχει ἀντιληφθῆ τὸ Φανάρι ὅτι οἱ «ἀκραῖοι», οἱ «φονταμενταλισταὶ» καὶ οἱ «καθυστερημένοι» κρατοῦν τὴν Πίστιν καὶ συμμετέχουν εἰς τὰς Ἱεράς Ἀκολουθίας καὶ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας; Τὸ Φανάρι πρωταγωνιστεῖ ἀποδεδειγμένα εἰς τὴν ἀποστασίαν καὶ τὴν Προδοσίαν τῆς Πίστεως. Δι᾽ αὐτὸ καταφεύγει εἰς τοὺς ἀπαραδέκτους χαρακτηρισμοὺς εἰς βάρος Βαπτισμένων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀξιώνουν τὴν τήρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τὸν τερματισμὸν τῶν πάσης φύσεως προκλήσεων.
Τίθενται, ὅμως, τέσσερα ἀκόμη
ἐρωτήματα: 1ον) Διατὶ τὸ Φανάρι ὡς ὁ κυριώτερος ἐκπρόσωπος τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας
λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψιν του ὅλους ἡμᾶς τοὺς «ἀκραίους», τοὺς «φονταμενταλιστὰς» καὶ τοὺς «καθυστερημένους» καὶ δὲν προχωρᾶ εἰς τὴν
ἐκτέλεσιν τῶν σχεδίων, τὰ ὁποῖα ἔχει ἀναλάβει εἰς τὸ πλαίσιον τῆς Οἰκουμενιστικῆς κινήσεως;
2ον) Δια τὶ τόσον τὸ ἴδιον ὅσον καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐτρομοκρατήθησαν ἀπὸ τὴν «Ὁμολογίαν Πίστεως» καὶ τὰς 25.000 ὑπογραφάς, τὴν ὁποίαν ἐσυνώδευον καὶ ἔσπευδον διὰ δηλώσεων νὰ διακηρύσσουν ὅτι δὲν πρόκειται νὰ προδώσουν τὰ δόγματα καὶ τὴν Πίστιν κατὰ τὸν θεολογικὸν διάλογον εἰς τὴν Κύπρον διὰ τὸ πρωτεῖον τοῦ Πάπα;
3ον) Διατὶ τὸ Φανάρι ἀπελογήθη ὅτι οἱ διάλογοι γίνονται μὲ τὴν σύμφωνον γνώμην καὶ ἄλλων Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν καὶ Ἱερῶν υνόδων,
ζητῶν νὰ μὴ τοῦ καταλογίζουν οἱ Ὀρθόδοξοι τὰς εὐθύνας διὰ τὸν διάλογον;
4ον) Διατὶ ὀλίγους μῆνας μετὰ τὴν προαναφερομένην ἀπολογίαν, ἐπιτίθεται χαρακτηρίζων «ἀκραίους», «φονταμενταλιστὰς» τοὺς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν εἰς τὰ Οἰκουμενιστικὰ του βήματα; Καὶ πῶς ἐπιτρέπει εἰς τὸν Ἀρχιδιάκονόν του νὰ χαρακτηρίζη
καθυστερημένους καὶ ἐκτὸς παγκοσμιοποιημένης ἐποχῆς ὅσους ἀντιδροῦν; Ὁ Ἀρχιδιάκονός του, ὅμως, ἔχει «προοπτικάς», ἀφοῦ ὑπερα-
σπίζεται τὰ οἰκουμενιστικὰ βήματα ἐκείνου, ὁ ὁποῖος καταφρονεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, διὰ νὰ δύναται νὰ προσέρχεται ἀνέτως εἰς τὰς Συνα-
γωγάς, νὰ ἀποκαλῆ τὰς αἱρετικὰς «ἐκκλησίας» ἀδελφὰς ἐκκλησίας, καὶ νὰ ἐξισώνη τὸ φῶς τῆς ἀληθοῦς πίστεως μὲ τὸ «φῶς» τῆς πλάνης.
Περὶ μεταπατερικῆς καὶ νεοπατερικῆς θεολογίαςὉ Μέγας Ἀρχιδιάκονος ἀνέλαβε νὰ στηρίξη, μὲ τὴν ἰδίαν ὁμιλίαν, τὴν Ἀκαδημίαν Θεολογικῶν Σπουδῶν καὶ τὰς αἱρετικάς της θέσεις. Ὁ Μέ-
γας Ἀρχιδιάκονος εἶπεν ὅτι εὐτυχῶς, ἐκτὸς τῶν «καθυστερημένων» ὑπάρχουν καὶ φωναί, αἱ ὁποῖαι δὲν ἐπιθυμοῦν τὴν ἀπομόνωσιν καὶ τὴν
γκετοποίησιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Αἱ φωναὶ αὐταὶ ἐκφράζονται ἀπὸ τὸ Συνέδριον τῆς Ἀκαδημίας μὲ θέμα: «νεοπατερικὴ σύνθεση ἢ μεταπατε-
ρικὴ θεολογία». Συμφώνως μὲ τὸν Μέγαν Ἀρχιδιάκονον ἡ Ἀκαδημία διὰ τοῦ θέματος αὐτοῦ «ἔθεσε τὴν χεῖραν ἐπὶ τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ
ἐδημιούργησεν, ὡς μὴ ὤφελεν, ἀντιδράσεις ὀρθοδόξων ἰδεο λογικῶς προσκεκολλημένων εἰς τὸ παρελθόν, ἀρνουμένων κατ᾽ οὐσίαν
δημιουργικὸν διάλογον μὲ τὸν σύγχρονον πολιτισμὸν καὶ καθι στὼτων οὕτω τὴν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν γυμνὴν διαλόγου καὶ πτωχήν!».
Τὸ σημεῖον αὐτὸ τῆς ὁμιλίας προεκάλεσε ποικίλα σχόλια ὑπὸ θεολόγων καὶ ἱστοσελίδων εἰς τὸ Διαδίκτυον ( Ἴντερνετ). Ἕνα ἐξ αὐτῶν, τὸ
ὁποῖον κατεχωρήθη εἰς τὴν ἱστοσελίδα «thriskeftika.blogspot.com»
(ΘΕΟΛΟΓΟΣ 21–12–2010), ἔχει ὡς ἀκολούθως:
«Ὥστε, σύμφωνα μὲ τὸν Ἀρχιδιάκονον Μάξιμον, οἱ Μητροπολίτες Ναυπάκτου Ἱερόθεος, Γλυφάδος Παῦλος, Πειραιῶς Σεραφείμ,
Κυθήρων Σεραφείμ, ὡς καὶ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης, ὁ μοναχὸς Μωυ σῆς Ἁγιορείτης καὶ τόσοι ἄλλοι κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, ποὺ ἔλεγξαν τὰ ὅσα ἀκούστηκαν στὸ ἐν λόγῳ συνέδριο τοῦ Βόλου εἶναι “ἰδεολογικῶς προσκεκολλημένοι εἰς τὸ παρελθόν”.Ἀντιθέτως, ὅπως παρακάτω ἀποφαίνεται ὁ Ἀρχιδιάκονος, ὁ Χρῆστος Γιανναρᾶς εἶναι “διακρινόμενος ἐπὶ προφητικῇ ἐγρηγόρσει”! Ὁμοί ως ἀξιοθαύμαστος εἶναι “ὁ
Μητροπ. Περγάμου κ. Ἰωάννης, εἷς ἐκ τῶν πιστῶν μαθητῶν τοῦ ἀειμνή στου π. Γεωργίου” (Φλωρόφσκυ).Δὲν θὰ ἀπαντήσουμε τώρα στὸ
ἐρώτημα πόσο “πιστὸς” μαθητὴς τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ εἶναι ὁ Μητρ. Περγάμου. Εἶναι ὅμως βέβαιον ὅτι κάνει μεγάλο λάθος ὁ Ἀρχι-
διάκονος Μάξιμος ἀποφαινόμενος ὅτι ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ “πρῶτος ὡμίλησε περὶ τῆς ἀνάγκης νεοπατερικῆς συνθέσεως”.Στοὺς ἁγίους Πατέρες συναντᾶ κανεὶς τὴν εὐλογημένη, λόγῳ τῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἑνότητα καὶ συνέχεια. Παραδόξως ὅμως ἑνότητα μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνει καὶ μεταξύ τῶν ἐν Φαναρίῳ καὶ Ἑλλάδι ὑποστηρικτῶν τῆς “μεταπατερικῆς θεολογίας”.Μόνο ποὺ ὁ συνδετικός τους κρίκος δὲν εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἀλλὰ τὸ ἴδιο πνεῦμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἐκκοσμίκευσης. Ὅπως φαίνεται ἡ παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ γέννησε τὸ πρῶτο της τέκνο, τὴν “μετὰπατερικὴ θεολογία” ἢ καλύτερα τὴν πατρομάχο παραθεολογία». Ὁ «Ο.Τ.» ὑπενθυμίζει ὅτι οἱ Μητροπολῖται Ναυπάκτου, Γλυφάδας, Πειραιῶς, Κυθήρων, ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης καὶ ὁ Μωυσῆς Ἁγιορείτης Μοναχός κατέδειξαν ἐνυπογράφως ὅτι ἡ θεολογικὴ συνάφεια, ἡ νεοπατερικὴ καὶ μεταπατερικὴ συνιστοῦν αἵρεσιν. Διὰ τοὺς οἰκουμενιστὰς ὅλοι προαναφερόμενοι Μητροπολῖται, ὁ πρωτοπρεσβύτερος Θ. Ζήσης καὶ ὁ Ἁγιορείτης Μοναχὸς εἶναι «ἀνεγκέφαλοι». Ὁ χαρακτηρισμὸς ἀνήκει εἰς τὸν οἰκουμενιστὴν καθηγητὴν τῆς θεολογίας κ. Πέτρον Βασιλειάδην. Τὸν διετύπωσεν εἰς ἄρθρον του, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ «amen». Εἰς τὸ ἄρθρον ἐξυμνεῖ μεταξὺ ἄλλων τὴν Ἀκαδημίαν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καὶ τὰς θέσεις της περὶ μεταπατερικῆς θεολογίας. Ἡ ὁμιλία τοῦ Μεγάλου Ἀρχιδιακόνου Μαξίμου Παραθέτομεν τὸ πλῆρες κείμενον τῆς ὁμιλίας τοῦ Μ. Ἀρχιδιακόνου κ. Μαξίμου μὲ θέμα: «Περὶ πλουτισμοῦ Θεολογίας καὶ περί καυχωμένων ἢ συμπλεγματικῶν;», τὴν ὁποίαν ἔκανε τὴν υριακὴν πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως ἐνώπιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου. Αὕτη ἔχει ὡς ἀκολούθως: «Παναγιώτατε Δέσποτα,Λαέ τοῦ Θεοῦ, “Διό Σοι προσφέρομεν καί ἡμεῖς ὑπέρ τήν χρηματικήν φορολογίαν Ὀρθοδόξου πλουτισμόν Θεολογίας”.Ὁ ὑμνωδός τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων ὁμιλεῖ περί τοῦ πλουτισμοῦ τῆς Θεολογίας. Ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δοξολογοῦμεν τόν Κύριον διά τόν πλουτισμόν τῆς Ὀρθο-
δόξου Θεολογίας, προελθόντα ἐκ τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καί οὕτω δυνάμεθα νά καυχώμεθα διά τόν πλουτισμόν τῆς
Θεολογίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Θεολογίας τῶν εἰκόνων, τῆς τέχνης, τῆς ἐν γένει παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ
ἐνδόξου βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐπηρέασε τήν ζωήν τῶν Ὀρθοδόξων ἕως καί τήν περίοδον τῶν Κάτω Χρόνων. Καί δικαίως
καυχώμεθα διά τά ὑψηλά μέτρα τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ σύγχρονος ἱστοριογραφία ἔδωκε τήν πρέπουσαν ἀξίαν εἰς τόν πάλαι
ποτὲ παρεξηγημένον πολιτισμόν τοῦ Βυζαντίου. Ἡ καύχησις ὅμως αὕτη δύναται νά ὁδηγήσῃ τήν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν εἰς ἕνα αὐτάρεσκον ἐγκλεισμόν. Ἡ καύχησις αὕτη δύναται νά μετατραπῇ εἰς ἕνα κρυφόν ἤ φανερόν ἐγωϊσμόν, διότι εὐκόλως δύναταί τις καυχώμενος νά μετατραπῇ εἰς συμ πλεγματικόν ἐγωϊστήν. Εἰς τούς καυχωμένους δύναται νά συμπεριληφθοῦν καί οἱ νοσταλγοί
καί ἐρασταί ἰδεολογικῶν σχημάτων καί καταφυγίων, ὡς τό σχῆμα ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἀντιπαραθέτει τήν ρωμέϊκην παράδοσιν πρός τήν
φραγ κικήν τοιαύτην.Καί τό ἐρώτημα τίθεται: Διατί προσκολλώμεθα εἰς τό παρελθόν; Θά ἠδύνατό τις νά ἀπαντήσῃ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι παραδοσιακή πίστις τεθεμελιωμένη ἐπί τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Πατέρων καί τῆς ἐνγένει ἀρχαίας διδασκαλίας τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Οὐδείς ἀντιλέγει περί τούτου. Ἄνευ τῆς Γραφῆς, τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καί τῶν Πατέρων ἡ Ὀρθοδοξία δέν δύναται νά ὑφίσταται οὔτε εἰς τό παρόν οὔτε καί εἰς τό μέλλον. Μία ὅμως κατά γράμμα προσκόλλησις “ἀποκτείνει” τό πνεῦμα καί τήν οὐσίαν τῆς Ὀρ -
θοδόξου πίστεως. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐθεολόγησαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἐπί τῇ βάσει τῆς διδασκαλίας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἄνευ ὅμως προσκολλήσεως εἰς τό γράμμα αὐτῆς. Πῶς εἶναι λοιπόν δυνατόν ἡμεῖς οἱ κληρονόμοι τῆς πατερικῆς διδασκαλίας νά μήν ἀκολουθήσωμεν τήν δοθεῖσαν ὑπʼαὐτῶν ἑρμηνευτικήν ἀρχήν τοῦ πνεύματος;
Οὕτως, οἱ Πατέρες διά τοῦ δημιουργικοῦ διαλόγου μετά τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἐδημιούργησαν τόν λεγόμενον ἐμπολιτισμόν inculturation) τῆς Θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας καί κατέστησαν ταύτην συναφῆ–σχετικήν πρός τόν τότε πολιτιστικόν περίγυρον. Οἱ Πατέρες
τῆς Ἐκκλησίας ἐκχριστιάνισαν τόν ἑλληνικόν πολιτισμόν καί τοιουτρόπως ἐδημιούργησαν μίαν ἔξοχον θεολογικήν σύνθεσιν. Ἐπρό-
δωσαν οἱ Πατέρες τό δόγμα καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας; Ἄπαγε τῆς βλασφημίας! Ἡ συναφειακή θεολογία τῶν Πατέρων εἶναι πλουτισμός Θεολογίας ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Οἱ ὀξυδερκεῖς οὗτοι Ἅγιοι ἄνδρες τῆς Ἐκκλησίας ἐγνώριζον ὡς ἄριστα τά φιλοσοφικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς καί διελέγοντο πρός αὐτά. Μετεμόρφωσαν φιλοσοφικούς ὅρους, ὡς ἐπί παραδείγματι τόν ὅρον “πρόσωπον”, διά νά ἑρμηνεύσουν τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Καί τό ἐρώτημα πάλιν τίθεται ἐνώπιον ἡμῶν: Πρός τί ἡ τυφλή καί ἄνευ ὅρων καί προϋποθέσεων προσ κόλλησις εἰς τό παρελθόν;Φοβούμεθα ἐνώπιον μιᾶς νέας ὑπαρχούσης ἀπειλῆς, ἡ ὁποία ἀκού ει εἰς τό ὄνομα παγκοσμιοποίησις–μεταμοντέρνος πολιτισμός;Ἡ μέν παγκοσμιοποίησις δημιουργεῖ τήν ἐντύπωσιν ὅτι ἰσοπεδώνει τήν ἰδιοπροσωπίαν καί τά χαρακτηριστικά λαῶν, ἀνθρώπων, πολιτισμῶν καί θρησκειῶν, ὁ δέ μεταμοντερνισμός ἀρνεῖται κατηγορηματικῶς οἱανδήτινα αὐθεντίαν καί ἀξίαν τοῦ παρελθόντος. Εἶναι τά
κυρίαρχα πολιστικά μοντέλα τοῦ συγχρόνου τρόπου ζωῆς.Ἐάν εἴμεθα ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι δέν φοβούμεθα τόν διάλογον μέ τά ὡς ἄνω πολιτιστικά μοντέλα. Ἡ Ἀλήθεια ἐλευθερώνει ἐκ τοῦ φόβου τοῦ ἄλλου, τοῦ ἑτέρου καί καλεῖ εἰς διάλογον. Ὅστις κατέχει τήν Ἀλήθειαν δέν φοβᾶται, δέν διακατέχεται ὑπό ψυχολογικῶν συμπλεγμάτων ἤ εἰς τήν χειροτέραν περίπτωσιν ὑπό μίσους καί
κακίας (“Γνώσεσθε τήν Ἀλήθειαν καί ἡ Ἀλήθεια ἐλευθερώση ὑμᾶς”).
Ὁ Χριστός συνωμίλησε μετά τῆς Σαμαρείτιδος! Μήπως ὡρισμένοι ἐξ ἡμῶν διακατεχώμεθα ὑπό τοῦ συμπλέγματος τῆς ἀνωτερότητος ὡς
οἱ Ἰουδαῖοι τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου; Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ὑπό τήν ἐμπνευσμένην ἡγεσίαν τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότη-
τος, δέν φοβεῖται τόν διάλογον,διαλέγεται καί συνεργάζεται μετά πάντων τῶν ἀνθρώπων καλῆς θελήσεως διά τήν προαγωγήν τῆς
εἰρήνης καί τήν ἀντιμετώπισιν τῶν προκλήσεων τοῦ συγχρόνου κόσμου.Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὀφείλει καί πρέπει νά διαλέγεται μέ τό ἑκάστοτε πολιτιστικόν περιβάλλον καί ἐν προκειμένῳ μέ τάς ἀνησυχίας καί τάς ἀναζητήσεις τοῦ μεταμοντέρνου πολιτισμοῦ. Εἰς ἀντίθετον
περίπτωσιν, αὕτη θά καταστῇ μου σειακόν ἀπολίθωμα καί γκέττο.Εὐτυχῶς ἀκούονται εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν φωναί, αἱ
ὁποῖαι ἀντιλαμβάνονται τά σημεῖα τῶν καιρῶν καί ἀντιδροῦν ὑγιῶς εἰς τήν ἀπομόνωσιν καί τό κλείσιμον τῆς Ὀρθοδοξίας. Τό προσφά-
τως συγκληθέν ἐν Βόλῳ Συνέδριον ἐπί τοῦ θέματος: “Νεοπατερική Σύνθεση ἤ Μεταπατερική Θεολογία;” ἔθεσε τήν χεῖρα ἐπί τόν τύπον
τῶν ἥλων καί ἐδημιούργησεν, ὡς μή ὤφελεν, ἀντιδράσεις ὀρθοδόξων, ἰδεολογικῶς προσκεκολλημένων εἰς τό παρελθόν, ἀρνουμένων
κατʼ οὐσίαν δημιουργικόν διάλογον μέ τόν σύγχρονον πολιτισμόν καί καθιστώντων οὕτω τήν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν γυμνήν διαλόγου
καί πτωχήν! Ἡ θεολογική ἡμῶν παιδεία περιορίζεται, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, εἰς μίαν ἀκαδημαϊκοῦ χαρακτῆρος ἱστορικο κριτικήν μελέτην τῶν Πατέρων ἤ εἰς τήν χειροτέραν περίπτωσιν εἰς ἠθικολογικοῦ καί συναισθηματικοῦ περιεχομένου κηρύγματα. Ἡ ἐκκλησιαστική ἡμῶν ζωή
ἐξαντλεῖται ἐνίοτε εἰς παροχήν ψυχολογικῆς ἀναπαύσεως καί “κατανυκτικῶν” Λειτουργιῶν, εἰς πνευματικούς τύπου “γκουρού” κατα-
στάσεις, αἱ ὁποῖαι δύνανται εὐκόλως νά ταυτίσουν τήν Ἐκκλησίαν μέ τά ἀνατολικά θρησκεύματα. Ὁ διακρινόμενος ἐπί προφητικῇ
ἐγρη γόρσει Ἐλλογιμότατος καθηγητής κ. Χρῆστος Γιανναρᾶς εἰς τό βιβλίον του “Ἐνάντια στή Θρησκεία”, ἤ ἐπί τό ἀκριβέστερον ἐναν-
τίον τῆς θρησκευούσης Ἐκκλησίας, κατέδειξεν ἐναργῶς τήν ἔκπτωσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἰς θρησκευτικόν καί ψυχολογικόν
γεγονός. Τό Ἅγιον Πνεῦμα κατέλιπεν εἰς τήν Ἐκκλησίαν μεγάλας θεολογικάς καί προφητικάς μορφάς, ὡς ἐκείνη τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, ὁ ὁποῖος πρῶτος ὡμίλησε περί τῆς ἀνάγκης νεοπατερικῆς συνθέσεως καί διαλόγου μετά τῆς Δύσεως. Ὁ π. Γεώργιος ὑπῆρξεν ὄντως οἰκουμενικός διδάσκαλος, ἑπόμενος τοῖς Ἁγίοις Πατράσι! Καί τήν ἀνάγκην ταύτην ἐπισημαίνουν καί σύγχρονοι μορφαί, ὡς ὁ Σεβα-
σμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ἰωάννης, εἷς ἐκ τῶν πιστῶν μαθητῶν τοῦ ἀειμνήστου π. Γεωργίου.Παναγιώτατε Δέσποτα,
Ἀδελφοί μου, Ἡ ἔλλειψις προφητικῆς συνειδήσεως καί ἑρμηνείας ἴσως ἀποτελεῖ πτῶσιν χειροτέραν τῆς πτώσεως εἰς ἁμαρτωλά πάθη! Καί διά τοῦτο θά κατακριθῶμεν ὑπό τοῦ Κυρίου ἐν τῇ Δευτέρᾳ Αὐτοῦ παρουσίᾳ καί θά ἀποδώσωμεν φρικτόν λόγον εἰς τόν δικαιοκρίτην Κύριον! Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν ἐδήλωσεν ὅτι ὁ 21ος αἰών θά εἶναι ὁ αἰών τῆς Ὀρθοδοξίας. Θά ἐκπληρώσῃ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τήν προφητικήν της κλῆσιν εἰς ἕνα μεταμοντέρνον πολιτισμόν; Τό ἐρώτημα θέτει πάντας ἡμᾶς πρό τῶν εὐθυνῶν ἡμῶν!
Ἄς ἐξαγοράσωμεν τόν καιρόν! Καλά καί εὐλογημένα Χριστούγεννα!». Ὁ Μοναχὸς Μωυσῆς Θεωροῦμεν σκόπιμον νὰ παραθέσωμεν ἐκ νέου ἀποσπάσματα τοῦ κατατοπιστικοῦ ἄρθρου, τὸ ὁποῖον ἔγραψεν ὁ Μοναχὸς Μωυσῆς Ἁγιορείτης, εἰς τὸν «Ο.Τ.» (17η Δεκεμ-
βρίου) διὰ τὴν μεταπατερικὴν θεολογίαν, διότι πολὺ συνοπτικῶς κατέδειξε, διατὶ συνιστοῦν αἵρεσιν αἱ θέσεις τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν
Σπουδῶν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Δημητριάδος. Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀκολούθως:
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ γίνεται πολὺ λόγος γιὰ «νεοπατερικὴ σύνθεση», γιὰ «μεταπατερικὴ θεολογία», γιὰ «θεολογία τῆς συνάφειας» καὶ λοιπὰ
φιλόδοξα καὶ κενόδοξα λυπηρὰ εὐφυολογήματα ὁρισμένων, ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ ἐπικρατήσουν, νὰ πρωτοτυπήσουν καὶ νὰ διαφορο-
ποιηθοῦν. Ὅλα αὐτὰ δημιουργοῦν ἐκπλήξεις, ἀπορίες, λογισμοὺς καὶ σκέψεις. Μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς συνοπτικὰ καὶ ταπεινὰ παρακάτω θὰ πα-
ρουσιάσουμε, ἀφοῦ ξανατονίσουμε μερικὲς γνωστὲς ἐκκλησιαστικὲς θέσεις.Οἱ Πατέρες δὲν ἀνήκουν στὸ χθὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ στὸ σή-
μερα. Δὲν μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ τὸ πρὶν καὶ τὸ μετὰ τῶν Πατέρων. Εἶναι σὰν νὰ θεωροῦμε ὅτι τοὺς ξεπεράσαμε, ὅτι ὅ,τι εἶχαν νὰ
δώσουν μᾶς τὸ ἔδωσαν, δὲν χρειάζονται τώρα πιά, μποροῦμε νὰ προχωρήσουμε καὶ δίχως αὐτούς,εἴμαστε κι ἐμεῖς πατέρες, δὲν
ὑστεροῦμε… Ὅλα αὐτὰ θυμίζουν προτεσταντικὲς ἀπόψεις περὶ κύρους, αὐθεντίας καὶ ἀνεξαρτοποιήσεως. Οἱ Πατέρες ἀκολουθοῦν τὰ
ἴχνη τῶν Ἀποστόλων καὶ τοῦ Κυρίου καὶ οἱ νεώτεροι Πατέρες βαδίζουν στὰ ἴχνη τῶν προκατόχων τους Πατέρων. Ἡ αὐθαιρεσία εἶναι
αἵρεση στὴν Ὀρθοδοξία. Πολλὰ ἀπ᾽ ὅσα εἰπώθηκαν σὲ θεολογικὸ συνέδριο τὸν περασμένο Ἰούνιο στὴ Ἀκαδημία Θεολογικῶν
Σπουδῶν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Δημητριάδος μὲ θέμα «Νεοπατερικὴ σύνθεση ἢ μεταπατερικὴ θεολογία·τὸ αἴτημα τῆς θεολογίας τῆς συνά-
φειας στὴν Ὀρθοδοξία» εἶναι ἀπαράδεκτα. Ἀμφισβητεῖται ἡ προσφορὰ τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ,ἡ μοναδικὴ ἀλήθεια τῆς Ὀρ θοδο-
ξίας, προτείνεται τὸ ξεπέρασματῶν Πατέρων, ὑποτιμᾶται ἡ Παράδοση, ψέγεται ἡ Θεολογία μας ὅτι περιέχει μύθους, δὲν πρωτοτυπεῖ,
νὰ γίνει ὑπέρβαση τῶν Πατέρων,ἐπαναπροσδιορισμὸς τῶν δογμάτων… Μία Ὀρθόδοξη Θεολογικὴ Ἀκαδημία δὲν μπορεῖ νὰ προσκαλεῖ
εἰσηγητὲς καὶ νὰ καταθέτουν ὅ,τι φαντάζονται καὶ τοὺς ἀρέσει…Μήπως ἀντὶ γιὰ κριτικὴ τῶν Πατέρων χρειάζεται αὐτοκριτική; Μή-
πως θὰ πρέπει νὰ γίνει καλύτερη μελέτη τῶν Πατέρων καὶ ὄχι τὸ ξεπέρασμά τους; Μία θεολογία ποὺ ἀναιρεῖ ἐλεύθερα τὴν προσφορὰ
τῶν Πατέρων προτεσταντίζει. Μία ἀνατρεπτικὴ θεολογία δημιουργεῖ καὶ δὲν λύνει προβλήματα. Ἡ Θεολογία ν᾽ ἀναπτυχθεῖ δίχως ὑπερφί -
αλη γνώση, πρωτότυπα εὐφυολογήματα, αὐθαίρετες ἑρμηνεῖες καὶ νέους τοκετούς, ἀλλὰ στὸ κλίμα τῆς σεμνότητος, τῆς ταπεινότητος,
τῆς ἀσκητικότητος, τῆς νηφαλιότητος καὶ παραδοσιακότητος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ Ἐκκλησία μας γεν νᾶ Ἁγίους καὶ σώζει ψυχές.
Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ Ἁγίους Θεολόγους. Ἡ Θεολογία ἡ Ὀρθόδοξη μεγαλύνεται μὲ τὴ χάρη τοῦ πανσθενουργοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ
τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων, τῶν κορυφαίων Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων.
πηγή
http://www.orthodoxostypos.gr